- αρχιεπιστολεύς
- οθέση (και όχι βαθμός) αξιωματικού (συνήθως κατά ένα βαθμό κατώτερος του αρχηγού στόλου ή ναυτικής μονάδας) ο οποίος είναι επικεφαλής του επιτελείου.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Sofoklis Dousmanis — Sophocles (or Sofoklis) Dousmanis (Greek: Σοφοκλής Δούσμανης) was born in Corfu in 1868, the descendant of a big noble family of Corfu. During the Balkan Wars he commanded the flagship of the Hellenic Navy, the Greek cruiser Georgios Averof… … Wikipedia
αρχι- — (AM ἀρχι ). [ΕΤΥΜΟΛ. Α συνθετικό λέξεων (κυρίως διοικητικών όρων) της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, καθώς επίσης και ξένων, ελληνογενούς ή μη προελεύσεως, τύπων. Το αρχι , το οποίο λίγο μετά την Ομηρική εποχή άρχισε να αντικαθιστά το… … Dictionary of Greek
πρωτοκομμάνδος — ο, ΝΜ (στο Βυζ.) ο αρχιεπιστολεύς* πολεμικού πλοίου. [ΕΤΥΜΟΛ. < πρωτ(ο) * + λαϊκό λατ. commando (< commendo), «εμπιστεύομαι, διατάσσω, παραδίδω»] … Dictionary of Greek